Η κνίδωση ανεξαρτήτως αιτίας και διάρκειας, είναι μια πολύ συχνή πάθηση. Περίπου 15-23% του πληθυσμού μπορεί να εκδηλώσει κνίδωση, οποιαδήποτε στιγμή και ανεξαρτήτως ηλικίας. Αυτό σημαίνει από ένας στους επτά μέχρι ένας στους τέσσερεις θα εκδηλώσει κνίδωση. Οι περιπτώσεις χρόνιας κνίδωσης φτάνουν σε ποσοστό το 0,5-5%. Φυσικά αίτια ευθύνονται σε ποσοστό 25% για την εκδήλωση κνιδώσεων (φυσικές κνιδώσεις). Τέλος, σε πολλές περιπτώσεις κάποιος ασθενής μπορεί να εκδηλώνει κνίδωση ταυτόχρονα σε διαφορετικά φυσικά αίτια, ή μπορεί να έχει χρόνια κνίδωση και κάποια μορφή φυσικής κνίδωσης.
Οι γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς να εκδηλώσουν κνίδωση. Ο αριθμός των γυναικών που πάσχει από κάποια μορφή κνίδωσης, είναι διπλάσιος από τον αντίστοιχο των αντρών, χωρίς αυτό να μπορεί να εξηγηθεί επαρκώς. Πιθανά αίτια για αυτό μπορεί να είναι ορμονολογικοί παράγοντες και η συχνότερη χρήση χημικών σκευασμάτων (π.χ. καλλυντικά, παυσίπονα φάρμακα κ.α.).
Η κνίδωση εμφανίζεται πιο συχνά σε άτομα ηλικίας 20-50 ετών και ακομα συχνότερα σε άτομα ηλικίας 20-35 ετών. Η κνίδωση, ανεξαρτήτως αιτίας, επιβαρύνει την ποιότητα ζωης του ασθενούς, ιδιαίτερα όταν συνοδεύεται από αγγειοοίδημα. Έχει δημοσιευθεί σε μελέτες, ότι ο ασθενής που πάσχει από κνίδωση αισθάνεται πολύ μεγαλύτερη ανασφάλεια και μεγαλύτερη επιβάρυνση λόγω κνίδωσης από ότι ασθενείς με καρδιαγγειακά προβλήματα. Υπάρχει επίπτωση στον ύπνο, στην κοινωνική του ζωή, στην απόδοση στην εργασία ή στο σχολείο. Αυτό εξηγείται γιατί ο ασθενής με χρόνια κνίδωση δεν μπορεί να ξέρει πότε θα χειροτερέψει η πάθησή του και δεν έχει τις κατάλληλες οδηγίες για να προφυλαχθεί.
Η διάρκεια της κνίδωσης κυμαίνεται από λίγες μέρες (οξεία κνίδωση) μέχρι 1-5 χρόνια (χρόνια κνίδωση). Οι φυσικές κνιδώσεις συνήθως διαρκούν για πολλές δεκαετίες. Ενδεικτικά, η διάρκεια της χρόνιας κνίδωσης φαίνεται στην εικόνα 1